Κριτήρια για την επιλογή του υλικού που εξετάζεται υπήρξαν η χειροποίητη κατασκευή των συνόλων, η βεβαιωμένη τους προέλευση από ναούς της περιοχής ενδιαφέροντός μας και η χρονολόγηση του διακόσμου τους (βάσει επιγραφών ή/και άλλων στοιχείων) εντός της χρονικής περιόδου των δύο τελευταίων αιώνων της Τουρκοκρατίας, μέχρι την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και της περιοχής της, το 1912. Τα τέμπλα που μελετάμε είτε βρίσκονται στην αρχική τους θέση στους ναούς για τους οποίους παραγγέλθηκαν είτε έχουν μετακινηθεί και ανατοποθετηθεί, προερχόμενα από ναούς που κατεδαφίσθηκαν ή ανακαινίσθηκαν. Στην περίπτωση αυτή, είτε προσαρμόσθηκαν στο νέο χώρο ως ενιαία σύνολα είτε κάποια μέρη τους (όπως βημόθυρα, επίστεψη κλπ.) βρίσκονται οργανικά ενσωματωμένα στο νέο τέμπλο.
Η μελέτη των μεταβυζαντινών τέμπλων στον βορειοελλαδικό χώρο γενικότερα και ειδικότερα στην περιοχή που μας ενδιαφέρει, παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις και κενά. Δεν θα ήταν άτοπο να πούμε ότι πρόκειται για υλικό εν πολλοίς άγνωστο, καθώς δεν έχει μέχρι σήμερα καταρτισθεί ένας γενικός κατάλογος των μεταβυζαντινών τέμπλων της Βόρειας Ελλάδας, με εξαίρεση κάποιες εργασίες τεκμηρίωσης του υλικού αυτού στο Άγιον Όρος. Αναλυτικοί κατάλογοι τέμπλων αυτής της εποχής έχουν, αντιθέτως, καταρτισθεί για το χώρο των Κυκλάδων, του Βορείου Αιγαίου, των Επτανήσων, των Δωδεκανήσων και της Ηπείρουν. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έδειξε η έρευνα για την μελέτη των ξυλόγλυπτων τέμπλων της πρώιμης μεταβυζαντινής περιόδου στον ελλαδικό χώρο, τα οποία μελετήθηκαν σε εμπεριστατωμένες μονογραφίες.