Έλληνες του Αζερμπαϊτζάν
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-8059-58-0
Εκδόσεις Περιοδικού Ενδοχώρα, Αλεξανδρούπολη, 1/2023
1η έκδ. || Νέα
Γλώσσα: Ελληνική, Νέα
Ενιαία τιμή έως 9/7/2024
€ 10.60 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
21 x 14 εκ., 210 γρ., 120 σελ.
τ. 1 από 1
Σύντομη περιγραφή
Στοιχεία για την ιστορική παρουσία του Ελληνισμού στο σημερινό Αζερμπαϊτζάν
Περιγραφή

Όντας φοιτητής της Σχολής των Ανατολικών γλωσσών Κρατικού Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης, και ύστερα της Σχολής των Ανατολικών Σπουδών Κρατικού Πανεπιστημίου της Τιφλίδας, άρχισα να ενδιαφέρομαι για τους Έλληνες που ζουν στο Αζερμπαϊτζάν. Δουλεύοντας σε διάφορα αρχεία του πρώην Σοβιετικού κράτους, συγκέντρωσα πολλά έγγραφα που αφορούν την ιστορία, τον πολιτισμό και την δραστηριότητα των Ελλήνων αυτής της χώρας. Βασισμένος στις αναφερόμενες πηγές αρχείου, έφτασα στο συμπέρασμα ότι οι Έλληνες βρέθηκαν στα εδάφη του σύγχρονου Αζερμπαϊτζάν ακόμα την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ωστόσο μαζικά εμφανίστηκαν εκεί στις αρχές του 19ου αιώνα λόγω της υπηρεσίας τους στις τάξεις του Στρατού του Ρωσικού κράτους, αλλά και ως μάστορες των μεταλλευμάτων από τις περιοχές Γκιουμισχανέ, Τραπεζούντα και ακόμα και από την ηπειρωτική Ελλάδα. Ένας από τους μάστορες αυτούς ήταν ο Κουντουριάδης, καταγόμενος από την Πελοπόννησο, που λόγω της δραστηριότητάς του και των εξορύξεων έγινε γνωστός όχι μόνο στον Καύκασο, αλλά και σε όλη την Ρωσική αυτοκρατορία. Αυτός έγινε ιδιοκτήτης πολλών πολυώροφων πέτρινων κτιρίων. Με τα μέσα του σε διάφορα μέρη του Αζερμπαϊτζάν άνοιγε σχολεία, όπου μάθαιναν γράμματα όχι μόνο οι συμπατριώτες του, αλλά και τα παιδιά των ντόπιων κατοίκων. Στηριζόμενοι στην οικονομική βοήθεια του Κουντούροβ, οι Έλληνες μάστορες λιθοξόοι έχτισαν ελληνικές εκκλησίες σε μερικές περιοχές του Αζερμπαϊτζάν, όπου κλήθηκαν να υπηρετήσουν οι ιερείς από την περιοχή της Τραπεζούντας. Οι Έλληνες της πόλης Μπακού είχαν δική τους ορθόδοξη εκκλησία, ωστόσο και αυτό το ελληνικό ίχνος οι Μπολσεβίκοι κατάφεραν να σβήσουν από τη γη του Αζερμπαϊτζάν. Στην βιομηχανία πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν, σε αγγλική εταιρία, δίπλα στο Νόμπελ για πολλά χρόνια εργαζόταν ο Έλληνας εκατομμυριούχος Αγγελίδης. Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι Έλληνες του Αζερμπαϊτζάν έπαιρναν δραστήριο μέρος στην κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών στα Ουράλια και την Σιβηρία. Πρόβλημα για τους Έλληνες της Ανατολίας ήταν κυρίως η ανεργία στις τάξεις του ελληνικού πληθυσμού. Για αυτό οι μετακινήσεις τους στις Ανατολικές χώρες δεν αποτελεί περίεργο φαινόμενο. Στα αρχεία της πόλης Περμ για αυτούς λέγεται το εξής: “Ο Τσιλιγκάροβ Νικόλαος – Γιάννη 27 ετών, Έλληνας Οθωμανός υπήκοος, αγρότης από το χωριό Ιμέρα κοντά στην Τραπεζούντα, εξήγησε ότι ήρθε στο εργοστάσιο Σαλικάμσκ για εργασία. Κάποιο διάστημα διέμενε στην πόλη Τσελιάμπινσκ, όπου έφτασε από την πόλη Μπακού. Ο πατέρας του, Γιάννη Ντημήτριεβ, μητέρα, Μάρθα Γκεώργκιεβνα, αδελφός, μένουν στο Μπακού και ασχολούνται με το εμπόριο στην οδό Μπαζάρναγια. Εδώ μένουν και οι συμπατριώτες του: ο Μιχαήλ, ο Λύσανδρος, ο Χαρλάμους, ο Μιλτιάδης και ο Ευκλείδης, γιος Φιλί, η Αναστασία και ο Σβάντι που έφτασαν από την Ανατολία.” “Στο χωριό Ιμέρα διέμενα μέχρι το 1901. Όταν ήμουν 17 ετών, από το Μπακού έλαβα γράμμα από τον συγχωριανό Κωνσταντίνο Ιβάνοβιτς Στατιάτη που με κάλεσε να εργαστώ. Εγώ δέχτηκα και ταξίδεψα. Έμεινα στο Μπακού περίπου ένα χρόνο. Δούλευα στον φούρνο του Σπύρου Μιτατοσάλ περίπου δυο χρόνια. Μετά πήγα στον φούρνο του Κυριάκου Στάτιο, όπου δούλεψα για άλλα δυο χρόνια περίπου. Ύστερα πήγα στην πόλη Ιρκούτσκ. Στο Μπακού έχω γνωστούς Έλληνες: τον Ευθύμιο Γεώργιο που έχει φούρνο στην οδό Κρασνοβόντσκαγια. Τον Τσαγκονίτη Ιβάν που έχει μαγαζί στην ίδια οδό. Το Λεωνίδα Παπαδόπουλο που έχει μαγαζί στην οδό Τατάρσκαγια. Τον Γρηγόριο Λευκόπουλο που εργάζεται στο μαγαζί στο Μπεϊμπάρτ. Επίσης και τον Αλέξιο Κυριάκοβ που έχει μαγαζί στην ίδια οδό. Στο Ιρκούτσκ φτάσαμε οι τέσσερεις μας: Γρηγόριος Λευκόπουλος, Δημήτριος Ευρώπουλος, Γεώργιος κι εγώ. Εκεί δούλεψα για 2 χρόνια, στην πόλη Τσιτά 2 μήνες, και ύστερα γύρισα στο Μπακού. Το 1908 μετακόμισα στην Ανατολία να δω συγγενείς, όπου και έμεινα για 4 χρόνια, και ύστερα γύρισα πίσω στο Μπακού”. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα εγκαταστάθηκαν όχι μόνο στην πρωτεύουσα της Δημοκρατίας, αλλά και σε άλλες πόλεις της χώρας. Παρά το μικρό αριθμό του ελληνικού πληθυσμού στο Αζερμπαϊτζάν, οι Έλληνες έγιναν γνωστοί με την εργατικότητα τους, τον σεβασμό και την αγάπη για το αζέρικο λαό, αλλά άφησαν και αποτύπωμά τους σε διάφορους τομείς δραστηριότητας. Αυτοί οι δυο λαοί στην κοινή ειρηνική και φιλική ζωή τους, σέβονταν αμοιβαία την ιστορία, τον πολιτισμό και την θρησκεία τους. Στο έργο χρησιμοποιήθηκε υλικό αρχείων του Κεντρικού Κρατικού Ιστορικού Αρχείου της Ρωσικής αυτοκρατορίας (ЦГИА РИ), του Κεντρικού Κρατικού Ιστορικού Αρχείου της Δημοκρατίας Γεωργίας (ЦГИА РГ), ЦГИА πόλης Περμ, τα ιστορικά και αρχαιολογικά έργα στην ρωσική γλώσσα, αλλά και έργα συγγραφέων, ποιητών της Δημοκρατίας Αζερμπαϊτζάν. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στους εργαζόμενους Ινστιτούτου Ιστορίας των χωρών Εγγύς και Μέσης Ανατολής της Ακαδημίας Επιστημών του Αζερμπαϊτζάν που ήταν ο επικεφαλής οργανισμός της διατριβής μου, και συγκεκριμένα στον διευθυντή του τμήματος ιστορίας της Τουρκίας, την κυρία Εσμιράλντα Γκασάνοβα, από την οποία έλαβα τις ακριβείς πληροφορίες για την εθνική σύνθεση του κράτους του Αζερμπαϊτζάν, την ιστορία, τον πολιτισμό και τα έθιμα.

Ο Σωκράτης Αγγελίδης γεννήθηκε στις 3 Μαρτίου 1945 στο χωριό Χαντό της περιοχής Τσάλκα της Γεωργίας. Έλαβε την πρώτη εκπαίδευση στο οκτατάξιο δημοτικό σχολείο της Χαντό. Ολοκλήρωσε επιτυχώς σπουδές στο νυχτερινό Γυμνάσιο της πόλης Ρουστάβι της Γεωργίας. Ακολούθησαν σπουδές του στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών του Πανεπιστήμιου της Αγίας Πετρούπολης, απ’ όπου απεφοίτησε το 1974 ως Λαογράφος των χωρών Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Μετά συνέχισε σπουδές στη σχολή Ασιολογίας του Πανεπιστημίου της Τιφλίδας, σπουδές οι οποίες διήρκεσαν μέχρι το 1977. Αμέσως μετά άρχισε να διδάσκει την τουρκική γλώσσα στο Πανεπιστήμιο της Τιφλίδας, καθώς και μαθήματα Τουρκικής στρατιωτικής ορολογίας του οπλισμού τουρκικού στρατού. Το 1978 γράφτηκε στην ασπιραντούρα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Τιφλίδας και μετά από επιτυχή προετοιμασία επανεξέτασης αναγορεύτηκε το 1983 Διδάκτορας της Ιστορίας των Ασιατικών χωρών του ίδιου Πανεπιστημίου. Συνέχισε τις παραδόσεις μαθημάτων της τουρκικής γλώσσας, παράλληλα όμως, άρχισε να διδάσκει το 1984 Παγκόσμια Ιστορία και φιλοσοφία στο Κρατικό0 Παιδαγωγικό Ινστιτούτο της Γεωργίας. Το 1988, τέλος, πήρε το δεύτερο επιστημονικό δίπλωμα, αυτού του αφηγητή Ιστορίας και Φιλοσοφίας. Το θέμα της διδακτορικής του διατριβή ήταν: η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΉ ΚΊΝΗΣΗ ΣΤΗΝ Τουρκία την περίοδο 1960 – 1980.


Add: 2024-01-09 15:36:22 - Upd: 2024-01-17 14:18:16