Ω! Δερμιτσιάνη ξεκουστή,
της Δρόπολης καμάρι,
στέκεις περήφανη, πιστή
και άσβηστο φανάρι!
Κοντά σου, μάνα, σαν βρεθώ
μου χαίρετ` η ψυχή μου
και σαν ευχή απ` τον Θεό
μου σμίγει κι` η ζωή μου!
Σε χαίρεται όποιος σε δει
τόσο προοδευμένη...
Η νεολαία προσπαθεί
να σ` έχει στολισμένη!
Πόσο σε θέλω, σ` εκτιμώ
χωριό, γενέτειρά μου!
Εδώ ν` αφήσ` επιθυμώ
στερνά τα κόκαλά μου!