Γεννήθηκε μέσα σ` ένα αμετάβλητο όνειρο όπου ο χρόνος ποτέ δεν περπατούσε. Πάνω του έβρεχε οργή κι η καρδιά του χτυπούσε το φόβο. Χίμαιρα πως η αυγή θα έσβηνε τις ρωγμές της ψυχής, πως ένα εκτυφλωτικό λευκό θα έφερνε τη λησμονιά. Το χνάρι που οι γεννήτορες είχαν χαράξει στην καρδιά του ήταν στρεβλό και η αγάπη, τα όνειρα δεν άντεξαν. Θρυμματίστηκαν. Ποια θα ήταν η πορεία της ζωής του αν είχε ακολουθήσει άλλο δρόμο; Αν στις σημαντικές αποφάσεις που καθόριζαν το παρόν και το μέλλον του, εκείνος είχε πράξει διαφορετικά; (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]