Η φυσική αγωγή, μέσα από μία σειρά αλληλοσχετιζόμενων εκπαιδευτικών διαδικασιών, επιδιώκει την καλλιέργεια των σωματικών, ψυχικών και πνευματικών ικανοτήτων, καλύπτοντας αρκετές πλευρές των βιολογικών και κοινωνικών αναγκών των ασκουμένων.
Η συμμετοχή με ραγδαίο ρυθμό των νέων σε αθλητικές δραστηριότητες ψυχαγωγικού και/ή αγωνιστικού χαρακτήρα, επιβάλλει την εξέλιξη, την βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό όλων των αρχών και των μέσων που θα χρησιμοποιήσει ο παιδαγωγός-προπονητής.
Η παράλληλη ανάπτυξη των δρομικών, λειτουργικών και ψυχο-πνευματικών ικανοτήτων του αναπτυσσόμενου ατόμου θα επιτευχθεί μέσα από απλές, λογικές και πρακτικές εκπαιδευτικές διαδικασίες μάθησης.
Η βασιζόμενη στην εμπειρία δασκαλοκεντρική και μηχανική διδασκαλία του παρελθόντος πρέπει να αντικατασταθεί από προοδευτικές ιδέες, οι οποίες θα στηρίζονται σε επιστημονικά δεδομένα καθώς επίσης στην αυτοέκφραση, στην πρωτοβουλία, στην συνεργασία και στην δημιουργικότητα του ασκουμένου, οδηγώντας τον στην ολοκληρωτική πνευματική και σωματική συμμετοχή.
Η διαμόρφωση των αντίστοιχων προγραμμάτων θα πρέπει να βασίζεται στην συνεκτίμηση των ιδιαιτεροτήτων του αθλήματος, των βιολογικών και πνευματικών ικανοτήτων των ασκουμένων και των υπαρχόντων κοινωνικών και εκπαιδευτικών προβλημάτων, έτσι ώστε η εφαρμογή τους να ανταποκρίνεται πλήρως αφ ενός στις σύγχρονες ανάγκες των νέων και αφ ετέρου να σέβεται τις αντίστοιχες ηλικιακές δυνατότητές τους.
Η πιστή και συνεπής εφαρμογή, τόσο από τους προπονητές, όσο και από τους αθλούμενους των προτεινόμενων διαδικασιών, θα δημιουργήσουν σταθερές βάσεις, πάνω στις οποίες θα στηριχθούν ανάλογες προσπάθειες που θα οδηγούν στην μεγιστοποίηση της απόδοσης σε επίπεδο υψηλού αθλητισμού.
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]