Το τραίνο
Le train (τίτλος πρωτοτύπου)
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-505-536-3
Άγρα, Αθήνα, 6/2022
Ελληνική, Νέα
€ 12.50 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
224 σελ.
Γαλλικά (γλώσσα πρωτοτύπου)
Σύντομη περιγραφή
Ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματα του Σιμενόν, που έγινε εξαιρετική ταινία από τον Πιέρ Γκρανιέ-Ντεφέρ το 1973, με τους έξοχους Ζαν-Λουί Τρεντινιάν και Ρόμυ Σνάιντερ.
Περιγραφή
Φτάσαμε στο Ρετέλ και εκεί, ξαφνικά, για πρώτη φορά, συνειδητοποιήσαμε ότι δεν ήμασταν πλέον άνθρωποι όπως όλοι οι άλλοι, αλλά πρόσφυγες. Μίλησα στο πρώτο πληθυντικό, αν και ακόμη δεν ήξερα τι πίστευαν οι συνταξιδιώτες μου. Πιστεύω ωστόσο ότι σε ελάχιστο χρόνο καταλήξαμε ν’ αντιδρούμε λίγο-πολύ με τον ίδιο τρόπο. […] Ίσως να μην είχαμε φτάσει στην αδιαφορία, όμως ο καθένας μας είχε εγκαταλείψει την ιδέα να σκέφτεται οτιδήποτε. […]
 
Δεν ήμουν ταραγμένος. Αναρωτιόμουν για όλα αυτά εντελώς ρεαλιστικά, κάπως σαν παιχνίδι, γιατί όλα ήταν πλέον πιθανά. Ήταν τόσο πιθανό όσο και ο θάνατος του μηχανικού μέσα στο θάλαμο της ατμομηχανής, ή ακόμη, εγώ προσωπικά, να έχω κάνει έρωτα, εν μέσω σαράντα ατόμων, με μια γυναίκα που δεν γνώριζα την προηγουμένη και είχε μόλις βγει από τη φυλακή.
 
H ΓΕΡΜΑΝΙΑ, ΜΕΤA ΤHΝ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ, της Νορβηγίας και της Ολλανδίας, στρέφεται ενάντια στο Βέλγιο και στη Γαλλία. Οι κάτοικοι των συνοριακών πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών εγκαταλείπουν από τη μια μέρα στην άλλη τα σπίτια τους. Ο Μαρσέλ Φερόν, τεχνικός ραδιοφώνων, που ζει μια συμβατική ζωή σ’ ένα παραμεθόριο χωριό της Γαλλίας, αποκόπτεται από την έγκυο γυναίκα του και την τετράχρονη κόρη του σ’ ένα τραίνο που φυγαδεύει πρόσφυγες στο κέντρο και στον Νότο της Γαλλίας. Σ’ ένα βαγόνι εμπορευμάτων, ασφυκτικά γεμάτο με φυγάδες, γνωρίζεται με την Άννα Κούπφερ, μια μοναχική γυναίκα, κυνηγημένη Τσέχα Εβραία, που έχει πάρει μέρος στην Αντίσταση κατά των Γερμανών. Ένα απεγνωσμένο πάθος χωρίς αύριο τους ενώνει, μέσα σε περιβάλλον καταστροφής και αγωνίας. 
Ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματα του Σιμενόν, που έγινε εξαιρετική ταινία από τον Πιέρ Γκρανιέ-Ντεφέρ το 1973, με τους έξοχους Ζαν-Λουί Τρεντινιάν και Ρόμυ Σνάιντερ.
 

«Ο Σιμενόν εξομολογείται στον εκδότη του το 1961: “Ήθελα πολύ καιρό να γράψω αυτό το μυθιστόρημα, δεν έβρισκα όμως τον τόνο. Δεν χρειάστηκε να γίνω μάγος η μάντης για να αναστήσω την ατμόσφαιρα της εποχής. Εγώ ο ίδιος στη Λα Ροσέλ ήμουν ο ‘κύριος των παραπηγμάτων’. Εγώ έστελνα τα τραίνα να πάνε σε όποια κατεύθυνση μπορούσα, εγώ τα σταματούσα σε κάποιο μέρος στην ύπαιθρο. Το επικίνδυνο ήταν να βάλω στο βιβλίο περισσότερα απ’ όσα έπρεπε”».

– Από τη μονογραφία Simenon του Pierre Assouline.