Οἱ πληροφορίες μας γιὰ τὸν Βασίλειο Α. Γκορτζῆ πρὶν καταγραφῇ τὸ ἔργο του, ἦταν ἐντελῶς μηδενικές. Ὁ συγγραφεὺς δὲν ἦτο οὔτε κατ’ ὄνομα γνωστός.Κύριος λόγος τῆς ἐνασχόλησής μας μὲ τὴν ἐργογραφία τοῦ Β. Α. Γκορτζῆ ἦταν νὰ φέρουμε στὴν ἐπιφάνεια τὸ ἔργο ἑνὸς Ἠπειροτογραφημένου Ἠπειροτολόγου μὴ φειδόμενοι χρόνου καὶ κόπου, ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς ἑκατονταετηρίδος τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς ὅλης Ἠπείρου, ποὺ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωσή της ὁ συγγραφέας εἶχε πολεμήσει καὶ δὴ στὶς μάχες τοῦ Μπιζανίου.Μετὰ τὴν καταγραφὴ τοῦ ἔργου του ἀπὸ τὶς ἐκδιδόμενες στὰ Ἰωάννινα ἐφημερίδες τὴν περίοδο 1924-1938 μπορέσαμε νὰ ἀρυσθοῦμε ὁρισμένες ἀτελεῖς οὕτως ἢ ἄλλως πληροφορίες γιὰ τὸν συγγραφέα τῶν παρουσιαζομένων μελετῶν, οἱ ὁποῖες προέρχονταν κυρίως ἀπὸ μία τρόπον τινὰ αὐτοπαρουσίασή του σὲ αὐτές.Ὁ Βασίλειος Α. Γκορτζῆς δὲν ἔκανε καριέρα στρατιωτικοῦ ἢ «πολιτικοῦ», πουλῶντας «πατριωτισμό», ὅπως πολλοὶ ἄκαπνοι στὴν ἐποχή του, δὲν ἦτο «πατριδαμύντωρ». Ὅσα εἶχε νὰ πῇ τὰ εἶπε ἀνοικτὰ μὲ εἰλικρίνεια, παρρησία καὶ εὐθύτητα, ὅπως ταιριάζει σὲ στρατιωτικὸν ἄνδρα. Ὑπῆρξε Βασιλικὸς Ἀνήρ, καμμιὰ ἀμφιβολία, ὅπως καὶ ὅλος ὁ κύκλος τῶν Ἰωαννίνων, τὸν ὁποῖον συνανεστρέφετο, μέχρι τέλους, χωρὶς περεκκλίσεις.