ΙΣΤΟΡΙΑ τῆς Ἱερᾶς ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ, ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ καί ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ μεγαλομάρτυρος ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΟΥΤΟΥΡΑ τῆς κατά τήν Χαλδίαν
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-599-031-2
Εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 2015
Ελληνική, Νέα
€ 11.90 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
21 x 14 εκ, 160 σελ.
Περιγραφή

Ἡ περιφανεστάτη Χαλδία, ἡ δεξαμενή αὕτη τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἐν Εὐξείνῳ Πόντῳ, ἐσεμνύνετο διά τήν ἄχρι τοῦ ἐπαράτου ἐκπατρισμοῦ λειτουργίαν εἴκοσι ἱερῶν μοναστηρίων, ἑπτά ἀνδρώων καί δεκατριῶν γυναικείων.

Τά ἐνδιαιτήματα ταῦτα τῆς εὐσεβείας τῶν ἀοιδίμων προπατόρων ἡμῶν ἀνεδείχθησαν κιβωτοί σωτηριωδέσταται ἐν καιροῖς καί χρόνοις χαλεποῖς, διασώσαντα τήν ἀμώμητον Ὀρθόδοξον πίστιν καί τόν ἐθνισμόν τῶν πατέρων ἡμῶν.

Μεταξύ αὐτῶν συγκαταριθμεῖται καί ἡ πλησιόχωρος τῇ πρωτευούσῃ τῆς Χαλδίας Ἀργυροπόλει Ἱερά καί Σεβασμία Βασιλική, Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή μονή τοῦ Ἁγίου Ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ τροπαιοφόρου, ἐπωνυμουμένη Χουτουρᾶ ἐκ τοῦ πλησιοχώρου χωρίου.

Ἡ μονή ἀνέδειξεν ἄνδρας οὐκ εὐκαταφρονήτους, ἰδίᾳ ἐν τῇ ζοφερᾷ ἐποχῇ τῆς ὀθωμανικῆς δουλείας, διακριθέντας διά τήν ἁγίαν των βιοτήν, τήν πρός τά γράμματα ἔφεσιν καί τήν ἐν τοῖς πέριξ σύστασιν ἑλληνικῶν σχολείων. Ἐξ αὐτῆς παρέλαβεν ἡ Ἐκκλησία ἱκανωτάτους ἱερομονάχους, ἀναβιβάσασα αὐτούς εἰς περιβλέπτους ἀρχιερατικούς θρόνους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας, οἵτινες διά τῆς θεοφιλοῦς καί ἐθνωφελοῦς των πολιτείας ἐτίμησαν τήν Ἐκκλησίαν καί τό Γένος. Περί τῆς Ἱερᾶς ταύτης μονῆς οὐδέν αὐτοτελῶς ἐγράφη, εἰμή μόνον σποραδικῶς εἰς μελέτας ἱστορικάς καί τοπογραφικάς περί τῆς Χαλδίας. Ὁ ἀείμνηστος διδάσκαλος Γεώργιος Θ. Κανδηλάπτης (Κάνις), (Ἀργυρόπολις 1881 - Ἀλεξανδρούπολις 1971), κατά Μάϊον τοῦ 1907 ἐδέχθη τήν προτροπήν τοῦ τότε καθηγουμένου τῆς μονῆς ἀρχιμανδρίτου Ἀνθίμου Μαζμανίδου τοῦ Σανταίου καί ἀνέλαβε τήν ἐκπόνησιν τῆς καταγραφῆς τῆς ἱστορίας τοῦ ἱεροῦ τούτου σκηνώματος, ἀποπερατώσας αὐτήν ἐν Ρωμανοπόλει (Ἐρζιτζάν), ὅπου ὑπηρέτει ὡς διδάσκαλος κατά τά ἔτη 1907 – 1908…

(Απο τον πρόλογο του Σεβ. Μητρ. Δράμας κ. Παύλου)

 

 

Ο Γεώργιος Κανδηλάπτης–Κάνις γεννήθηκε στην Αργυρούπολη του Πόντου το έτος 1881. Απεφοίτησε από το Φροντιστήριο Αργυρουπόλεως και από το σχολικό έτος 1899–1900 διορίστηκε δημοδιδάσκαλος. Δίδαξε σε σχολεία της περιοχής και ταυτόχρονα προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες στον Ελληνισμό από διάφορες υπεύθυνες θέσεις, όπως μέλος εξεταστικών Επιτροπών, Γραμματέας της Μητροπόλεως Χαλδίας, οργανωτής και υπεύθυνος Συλλόγων, εκπρόσωπος των ομογενών κατά την περίοδον της ανταλλαγής των πληθυσμών κ.α.

Από το 1899 που άρχισε να ασκεί το λειτούργημα του διδασκάλου, κατέγραφε την ιστορία της περιοχής και συνέλεξε πολύτιμα στοιχεία για τη Λαογραφία και τη Δημώδη Ποίηση. Μελέτησε τα μοναστήρια και τα φρούρια της Χαλδίας και αντέγραψε πολύτιμους κώδικες. Δη- μοσίευσε τα βιβλία Ξυνωρίς και Εαρινόν ρόδον, (Τραπεζούς 1911 και 1913) και πλήθος άρθρων στις εφημερίδες Φάρος της Ανατολής της Τραπεζούντας και Αργοναύτης του Βατούμ.

Κατά τις δραματικές ώρες της ανταλλαγής διέσωσε και μετέφερε στην Ελλάδα Ιστορικά και Λαογραφικά κειμήλια από τις Ι. Μονές και τη Μητρόπολη Χαλδίας, τα οστά του Αυτοκράτορα της Τραπεζούντας Αλεξίου Δ’ του Μεγαλοκομνηνού και την περίφημη βιβλιοθήκη της Αργυρουπόλεως «Ο ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ».

Στην Ελλάδα εργάσθηκε ως δημοδιδάσκαλος στο Νομό Έβρου μέχρι τη συνταξιοδότησή του. Για την εν γένει δράση του παρασημοφορήθηκε δύo φορές από την Πολιτεία και έτυχε και άλλων διακρίσεων και τιμών. Παράλληλα συνέχισε το συγγραφικό του έργο. Εκδόθηκαν ήδη είκοσι βιβλία και δημοσιεύθηκαν πολυάριθμες μονογραφίες και άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά και εφημερίδες. Το υπόλοιπο ανέκδοτο έργο του, που σταδιακά θα εκδοθεί, είναι πολύ σημαντικό και μεγαλύτερο σε έκταση. Απεβίωσε το 1971 και ετάφη στην Αλεξανδρούπολη.