8 DANSES DES ILES GRECQUES
Pour 2 Pianos à 4 Mains
8 Νησιώτικοι Χοροί
για 2 πιάνα - 4 χέρια
Κυκλοφορεί
ISBN: 979-0-69151-640-9
Γαλλικά
€ 25.00 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
32 x 24 εκ, 48 σελ.
Σύντομη περιγραφή
I. Allegretto con grazia II. Allegro moderato ma energico III. Allegretto IV. Andantino mosso V. Con moto VI. Moderato VII. Allegretto vivo e con spirito VIII. Vivo e giocoso
Περιγραφή

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ (1903-1984)

Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 21 Αυγούστου 1903. Γόνος εύπορης αστικής οικογένειας, ήρθε από μικρός σ’ επαφή με τη μουσική μέσα στο έντονο κοσμοπολίτικο περιβάλλον της μικρασιατικής μητρόπολης. Πήρε τα πρώτα μαθήματα αρμονίας από τον Δημοσθένη Μιλανάκη, έναν από τους σημαντικότερους εμψυχωτές της μουσικής ζωής στη Σμύρνη. Την ίδια εποχή ήρθε σε πρώτη επαφή και με τη δημοτική μουσική, ακούγοντας να τραγουδούν οι υπηρέτριες του σπιτιού ή οι καπνεργάτριες σε διάφορες εκδρομές της οικογένειας στα προάστεια της Σμύρνης και στα παράλια της Μικράς Ασίας. Οι έντονες αυτές παιδικές μνήμες στάθηκαν πηγή έμπνευσης για πολλά από τα έργα που έγραψε αργότερα. Τις παραμονές της Μικρασιατικής Καταστροφής ο Κωνσταντινίδης (19 χρονών τότε και κάτω από περιπετειώδεις συνθήκες) εγκατέλειψε τη Σμύρνη καταφεύγοντας στη Γερμανία για ανώτερες μουσικές σπουδές. Έως το 1930, που έμεινε στο Βερολίνο, σπούδασε (1923-1926) αρμονία, αντίστιξη, φούγκα και σύνθεση με τον ρωσικής καταγωγής Πάουλ ή Πάβελ Φεοντόροβιτς Γιουόν, πιάνο με τον Καρλ Ρέσλερ, ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας με τον Κουρτ Βάιλ. Το διάστημα αυτό ήρθε σε επαφή και μ’ άλλον έναν Έλληνα συνθέτη που σπούδαζε στο Βερολίνο, τον Νίκο Σκαλκώτα. Μια βαθιά εκτίμηση και φιλία αναπτύχθηκε μεταξύ τους, έπαιζαν συχνά μαζί μουσική, αντήλασσαν απόψεις για τη σύνθεση. Η έντονη καλλιτεχνική κίνηση του Βερολίνου του Μεσοπολέμου χάρισε στον νεαρό Κωνσταντινίδη μοναδικά μουσικά ακούσματα και πλούσιες εμπειρίες, ειδικότερα από την εποχή που αναγκάστηκε να εργαστεί ως πιανίστας σε καμπαρέ, σε θέατρα, στο βουβό κινηματογράφο και στον ραδιοφωνικό σταθμό, καθώς η οικογένειά του έχασε την περιουσία της με την Καταστροφή και έπρεπε να εξασφαλίσει μόνος του τα απαραίτητα για τις σπουδές του. Το 1927 παρουσίασε, με το ψευδόνυμο CostaDorres, στο κρατικό θέατρο του Stralsudτο πρώτο του έργο, την όπερα DerLiebesbazillus(Το μικρόβιο της αγάπης), που γνώρισε μεγάλη επιτυχία κι απέσπασε επαινετικές κριτικές. Όμως στο Βερολίνο είχαν είδη αρχίσει να κάνουν την απειλητική τους εμφάνιση τα πρώτα σημεία του ναζισμού. Έτσι, το φθινόπωρο του 1931 επέστρεψε οριστικά στην Αθήνα, όπου λόγοι βιοποριστικοί τον ανάγκασαν να ασχοληθεί κυρίως με το μουσικό θέατρο και το τραγούδι, κάνοντας μια πετυχημένη καριέρα ως Κώστας Γιαννίδης (αναστροφή του ονόματος του, ώστε να μην τον συγχέουν μ’ έναν άλλο δημοφιλή την εποχή εκείνη συνθέτη, τον Γρηγόρη Κωνσταντινίδη). Είναι γεγονός ότι η δημοτικότητα του "Κώστα Γιαννίδη" άφησε συχνά στο περιθώριο τον Γιάννη Κωνσταντινίδη, που συνέχιζε αθόρυβα κι επιμελημένα το έργο του στο χώρο της έντεχνης μουσικής δημιουργίας. Όμως ουδέποτε υπήρξε ένας διχασμένος συνθέτης, δεν αντιμετώπισε πρόβλημα εσωτερικής σύγκρουσης ή επιλογής ανάμεσα στην έντεχνη και στην "ελαφρά" μουσική. Υπηρέτησε και τις δύο με την ίδια συνέπεια, γνώση και έμπνευση, για ν’ αναδειθεί σε κορυφαίο συνθέτη και στα δύο είδη.

"Οκτώ Ελληνικοί Νησιωτικοί Χοροί"

Μετά τα 22 Τραγούδια και χορούς από τα Δωδεκάνησα(1943-46), τα 44 Παιδικά Κομμάτια(1948-51) και τις τρείς Σουίτες για πιάνο(1952), ο Κωνσταντινίδης έγραψε το 1954 τους Οκτώ Ελληνικούς Νησιώτικους Χορούς.Πρόκειται για μια σουίτα από οκτώ λαϊκούς νησιώτικους σκοπούς (Τα ματάκια σου τα μαύρα, Θαλασσάκι, Πεντοζάλης, κ.ά.),που ο Κωνσταντινίδης επεξεργάζεται θαυμαστά στις διάφορες αρμονικές τους παραλλαγές, έχοντας πλέον όλη τη γνώση και την πείρα από τις προηγούμενες συνθέσεις του. Άλλη μια αριστοτεχνική αντιπαράθεση του αραιού με το πυκνό, του φωτεινού με το σκοτεινό, του απλού με το διανθισμένο από ποικίλματα κάθε λογής (μικρές νότες, αποτζιατούρες, τρίηχα, πεντάηχα, κ.λπ.). Τους χορούς αυτούς -από τα πιο πολυπαιγμένα έργα του συνθέτη- τους μετέ­γραψε και για δύο πιάνα το 1971. Η μεταγραφή για δύο πιάνα είναι αφιερωμένη στις πιανίστριες Αλίκη Βατικιώτη και Νέλλη Σεμιτέκολο, οι οποίες υπήρξαν και οι πρώτες ερμηνεύτριες του έργου.

Λάμπρος Λιάβας