Η αρχή της αναλογικότητας στην ελληνική έννομη τάξη
Από τη νομολογιακή εφαρμογή της στη συνταγματική της καθιέρωση
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-301-706-6
Εκδόσεις Σάκκουλα Α.Ε., Θεσσαλονίκη, 2003
Ελληνική, Νέα
€ 24.00 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
24 x 17 εκ, 455 γρ, 229 σελ.
Περιγραφή

Η πολυπλοκότητα των προβλημάτων που συνδέονται με την έρευνα της αρχής της αναλογικότητας, η νομολογιακή εφαρμογή της από (ευρωπαϊκά και αμερικανικά κυρίως) δικαιοδοτικά όργανα, η πλούσια (ξένη κυρίως) συναφής βιβλιογραφία και οι πολλές και από το σύνολο, περίπου, των κλάδων της νομικής επιστήμης προσεγγίσεις θα ήταν σοβαροί αποτρεπτικοί λόγοι για κάθε σχετική ενασχόληση. Η ρητή, ωστόσο, καθιέρωση της αρχής της αναλογικότητας στο ισχύον, μετά την αναθεώρηση, Σύνταγμα (άρθρο 25 §1) ήταν ένας λόγος για την ανάληψη του εγχειρήματος, στις διαστάσεις, όμως, που δεν θα το εξέθεταν. Η επισήμανση ότι «[τ]α περί “πλήρους πραγμάτευσης”, “καθολικής εποπτείας” κ.ο.κ. λέγονται από αφελείς προς αφελείς» 1 ήταν ο καταλύτης των επιλογών και συγχρόνως το όριο αμετροέπειας του γράφοντος.
Έτσι η έρευνα δεν φιλοδοξεί να απαντήσει στα δυσεπίλυτα σχετικά ερωτήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος της φιλοσοφίας ή της μεθοδολογίας του δικαίου2 και ούτε βέβαια να κινηθεί στις δαιδαλώδεις ατραπούς της αμφισημίας όρων και εννοιών, που συνθέτουν την ουσία του προβλήματος της αναλογικότητας. Απλά την όλη εργασία καθοδήγησε η εμμονή να διερευνηθεί η εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας από τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων και η ερμηνευτική αξιοποίησή της από την ελληνική θεωρία. Για τους σκοπούς της έρευνας δεν κρίθηκε απαραίτητο να καταγραφούν και να ερμηνευθούν όλες οι αποφάσεις, που, ρητά ή υπόρρητα, εφάρμοσαν την αρχή της αναλογικότητας. Αντίθετα, εκτιμήθηκε πως οι ανάγκες της παρούσας θα μπορούσαν να υπηρετηθούν με την προσπάθεια, εξαντλητικής κατά το δυνατόν, παρουσίασης της νομολογίας ορισμένων, μόνον, από τα πεδία εφαρμογής της αρχής, χωρίς η επιλογή τους να σημαίνει οτιδήποτε για την ιεράρχηση του ενδιαφέροντός τους.
Υπό τα δεδομένα αυτά, το πρώτο μέρος δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια διερεύνηση των απόψεων της επιστήμης και μια απόπειρα ανάδειξης ενός, από τα πολλά πιθανά, μεθοδολογικού εργαλείου, αναγκαίου για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Με αυτή την έννοια, αυτό το μέρος της μελέτης ενέχει τα στοιχεία μιας οιονεί αυθαιρεσίας, κατά το μέτρο που είναι συγχρόνως και υπόθεση εργασίας, η οποία μένει να επιβεβαιωθεί ή να αναιρεθεί, στα δύο κεφάλαια του δεύτερου μέρους.
Στη διάρκεια συγγραφής της παρούσας, πολλές φορές, κατέφυγα στο διάλογο για τα προβλήματά της με λαμπρούς φίλους-συναδέλφους, τα ονόματα των οποίων δεν αναφέρω, σεβόμενος το δικαίωμά τους να διατυπώσουν, όταν και όπως εκείνοι θα κρίνουν, τη συμφωνία τους ή την αντίθεσή τους ή και τις όποιες επιφυλάξεις τους για την ερευνητική μου προσπάθεια ή τα πορίσματά της. Είναι αυτονόητη πάντως η έκφραση της ευγνωμοσύνης μου για το θερμουργό ενδιαφέρον τους.