Πήρε τη ζωή της στα χέρια της
Μία τρελή... τρελή... τραγωδία
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-04-4315-8
Κέδρος, Αθήνα, 10/2012
1η έκδ., Ελληνική, Νέα
€ 10.95 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
21 x 14 εκ, 175 γρ, 140 σελ.
Περιγραφή

[...] Το Πήρε τη ζωή της στα χέρια της αρχίζει με ένα αμφίσημο γεγονός: μια κοπέλα είδε τον πατέρα της ζωντανό ενώ αυτός είχε πεθάνει. Ήταν ψευδαίσθηση ή η ίδια η πραγματικότητα; Εμπειρικό λάθος ή παρουσία φαντάσματος; Ένα περίεργο χίασμα στήνεται από την πρώτη κιόλας σκηνή: η ψευδαίσθηση παραπέμπει στο εμπειρικό λάθος, ενώ η πραγματικότητα στο φάντασμα. Δεν πρόκειται για ένα coup de theatre, αλλά μάλλον μια εισαγωγική νύξη για το finale, αφού το φάντασμα (το περιεχόμενο του φαντασμεύειν και συνάμα το νοητό όριο μεταξύ ζωής και θανάτου) στοιχειώνει και την τελευταία σκηνή. Το φάντασμα αρχίζει επιστρέφοντας, όπως γράφει και ο Derrida.
Νομίζω ότι αυτό που ξεχωρίζει στο έργο δεν είναι ούτε τα δομικά στοιχεία του, ούτε ορισμένες χαρακτηριστικές τεχνικές (λ.χ. ο εγκιβωτισμός: ένας συγγραφέας σε κρίση γράφει για έναν συγγραφέα που είναι σε κρίση, αφού πρόκειται για έναν συνηθισμένο θεματικό αναδιπλασιασμό), αλλά αφ` ενός μια ειρωνική και συνάμα χιουμοριστική διάθεση απέναντι στο πρόδηλο και στο αυτονόητο και αφ` ετέρου μια ιδιάζουσα στάση απέναντι στη συγκινησιακή ενότητα του βίου, τις οποίες θα προσπαθήσω να περιγράψω με λίγα λόγια.
Στο έργο ανιχνεύεται ένα τρίγωνο που προσφέρει το περίγραμμα και τους αρμούς της δράσης. Στις πλευρές του αναπτύσσονται τρεις διαφορετικοί λόγοι: της ψυχανάλυσης, της δραματουργίας και της επικοινωνίας (ο τελευταίος εκπροσωπείται εδώ από μία expert της διαφήμισης). Στο νοητό κέντρο του τριγώνου τίθεται μια απλή και ευαίσθητη ύπαρξη, η οποία δείχνει να εγκλωβίζεται ανάμεσα στους αρμούς των τριών λόγων: του υπερεγώ (τα `πρέπει` που περιστέλλουν και περιχαρακώνουν την ατομική συμπεριφορά), του μυθοπλαστικού λόγου που αναπαράγει τις καθημερινές σχέσεις (και άρα αυτοαναιρείται ως μυθοπλασία) και της ρητορικής του εμπορευματικού λόγου. Η τριγωνική σχέση δικαιολογείται από την τάση σύγκλισης των τριών λόγων, η οποία κλιμακώνεται προϊόντος του έργου. Ιδού πώς. Εν πρώτοις, η ψυχανάλυση μπορεί εύκολα (αν και σχηματικά) να ερμηνεύσει τη συμπεριφορά του δραματουργού και της διαφημίστριας, όπως και του ίδιου του ψυχαναλυτή με παρόμοιο αναλογικά τρόπο: μια επιστημονικοφανής συνταγή που ερμηνεύει δήθεν τα πάντα. Στη συνέχεια, η ρητορική του εμπορίου δανείζεται δράσεις και διάλογους της θεατρικής μυθοπλασίας και ενεργοποιεί ασυνείδητους μηχανισμούς για να στήσει ένα σκηνικό πειθούς προς τους υποψήφιους καταναλωτές/θεατές της. Άλλωστε, τα τελευταία χρόνια, η διαφήμιση (όπως και η μόδα) αντλεί από τις τέχνες σε βαθμό που δεν έχει προηγούμενο. Τέλος, η μυθοπλασία συγκροτείται στη βάση των ψυχαναλυτικών κανόνων (θα λέγαμε στη βάση μιας `ορθόδοξης` και επιφανειακής ψυχανάλυσης), ενώ υπακούει στους κανόνες και στις `ανάγκες` της αγοράς. [...]